Ἡ Λαϊκή Κίνησις Πολιτῶν Ἀττικῆς ὡς κεντρική ἀρχή καί ἒμβλημα ἒχει τό πανάρχαιον νυκτόβιον πτηνόν τῆς Σοφίας, τήν Γλαῦκα (κουκουβάγια) ὡς σύμβολον τῆς θεᾶς Ἀθηνᾶς, ἱδρυτρίας τῆς πόλεως τῶν Ἀθηνῶν ἀπό τούς μυθικούς ἀκόμα χρόνους. Ὃπως εἶναι γνωστόν, ὁ Βασιλεύς Θησεύς συγκέντρωσε τούς διαφόρους συνοικισμούς, πού ὑπῆρχον διάσπαρτοι στήν Ἀττικήν γῆν καί ἀφοῦ τούς συνήνωσε γύρω ἀπό τόν γνωστόν ¨βράχον¨, δημιούργησε τήν πόλιν μέ τήν ὀνομασἰαν ΑΘΗΝΑΙ, τιμῶντας τήν νικήτρια θεά Ἀθηνᾶ στήν διαμάχην μέ τόν θεόν Ποσειδῶνα, για την κατοχήν της.
ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΓΛΑΥΚΟΣ
Αὐτή ὡς πτηνόν τῆς Σοφίας (θεᾶς Ἀθηνᾶς), μέ τά γαμψά νύχια του, σχίζει τά σκοτάδια τῆς ΑΓΝΩΣΙΑΣ και ΑΜΑΘΕΙΑΣ, γιά νά εὓρη τό φῶς τῆς ΑΛΗΘΕΙΑΣ, μέ τήν ΓΝΩΣΙΝ την ΜΑΘΗΣΙΝ καί τήν ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΙΝ.
Ἡ λαογραφία μας ἀπό αἰώνων τό ἐπιβεβαιώνει μέ τήν παροιμίαν : ¨ ἂλλα τά μάτια τοῦ λαγοῦ κι ἂλλα τῆς κουκουβάγιας ¨, ὑποδηλώνοντας ὃτι ὁ πολύς κόσμος τῶν ἀνθρώπων (λαγός) βλέπει μόνον τήν ἠμέραν, ὃσα ἀντιλαμβάνεται διά τῶν πέντε αἰσθήσεών του εὒκολα, ἀλλά καί χωρίς κόπον ἢ ἱδιαιτέραν προσπάθειαν.
Ἡ Γλαύξ βλέπει, ὡς νυκτόβιον, μόνον τήν νύκτα (ὂσα δέν βλέπουν οἱ ἂλλοι πού κοιμοῦνται) καί σάν τό ἀνώτερον ἁρπακτικόν τοῦ ζωϊκοῦ βασιλείου τῶν πουλιῶν τῆς νυκτός, κυνηγᾶ ἀδιακόπως καί ἀθορύβως, γιά τήν τροφήν του, ὑποδηλώνοντας ὃτι ἡ γνώσις τῆς ἀληθείας καί ἡ μάθησις χρειάζονται μεγάλον κόπον, προσπάθειες καί πολλές φορές θυσίες στήν ἀπόκτησίν τους. Ἡ ἀδιάκοπος ἒρευνα εἶναι ἀπαραίτητος προκειμένου νά σχισθεῖ τό μαῦρο πέπλο τῆς ἀγνοίας πού καλύπτει τό φῶς τῆς γνώσεως, τό οποίο δίνει στόν Ἂνθρωπο τά κατάλληλα μέσα γιά τήν ἀνέλιξίν του πρός κάτι τό ἀνώτερον.
῾Η Γλαύξ παρίσταται εἰς τὀ ἒμβλημα με ἀναπεπταμένα τά φτερά της κρατώντας στά ἀρπακτικά καί σουβλερά της νύχια, ἓνα ξῖφος. Αὐτό γιά μᾶς συμβολίζει, ὃτι τό πτηνόν τῆς θεϊκῆς Σοφίας ἀγρίεψε, ὃπως κάθε νοήμων ἂνθρωπος, βλέποντας γύρω του νά ἀνατρέπεται κάθε δημιούργημα τῶν φυσικῶν νόμων τοῦ Δημιουργοῦ ΘΕΟΥ καί ἐξανίσταται κι ὀργίζεται γι´αὐτό. Ἡ κουκουβάγια βλέπει μέσα στό σκοτάδι τῆς νύχτας, νά γεμίζη ὁ τόπος ἀπό ζωντανά πλάσματα τοῦ ζωϊκοῦ βασιλείου τῆς φύσεως μέν, ἀλλά ἐξόχως βλαβερά στήν ζωήν τῶν ἀνθρώπων, ὂπως ἀρουραῖοι, ποντίκια, ἐρπετά καί ζωύφια παντός εἲδους. Ὁρμᾶ τότε μέ ὂλην τήν ἀρπακτικήν δύναμίν της, τά ἐξοντώνει καί συνάμα γίνονται ἡ τροφή της καί τό αἶμα τους τήν ἀναζωογονεῖ. Ἒτσι συμβολικῶς ταυτίζεται γιά τόν Σύλλογόν μας, ὡς ἡ θεϊκή Νέμεσις κατά τῶν παραβατῶν τῶν θείων κανόνων, πού μέ τίς πράξεις τους ἐνοχλοῦν τήν συμβίωσιν τοῦ ἐκλεκτοῦ πλάσματος τοῦ Θεοῦ, πού λέγεται Ἂνθρωπος.
Ἒτσι καί ὁ ΕΛΛΗΝ Ἂνθρωπος, ὁ νοήμων καί νουνεχῆς , ὁ ἐξανθρωπιστής καί ἐκπολιτιστής τῆς Οἰκουμένης, παρατηρεῖ ξαφνικά ὁλόγυρά του, νά παραβιάζεται καί νά ἀνατρέπεται ὃτι ΩΡΑΙΟΝ-ΑΓΑΘΟΝ καί ΑΛΗΘΕΣ ἐδημιούργησε πρός ωφέλειαν τοῦ Κόσμου. Ξαφνιάστηκε ! Γιατί ζῶντας μέσα στό ἂπλετον φῶς τοῦ πολιτισμοῦ του, δέν ἒδωσε σημασία στά συμβαίνοντα μυστικῶς στά σκοτεινά γραφεῖα τῶν διαφόρων ¨ Λεσχῶν, Στοῶν, Σχολῶν καί ‘Ιδρυμάτων ¨ τῶν ὑποχθονίων κτηνανθρώπων τῆς ¨γεένης¨ (μήτρα τοῦ κακοῦ τῆς κολάσεως) τῆς Ἑωσφορικῆς Ὓβρεως (δηλαδή τοῦ διεθνοῦς Σιωνισμοῦ).
Βεβαιωθείς κατόπιν πολλῶν θυσιῶν, γιά τά συμβαίνοντα, ἂδραξε στά χέρια του (νύχια τῆς γλαυκός) τό ξῖφος τῆς ἀνθρωπίνης πλέον Δικαιοσύνης γία τήν βεβαίαν τιμωρίαν τῶν ἐνόχων. Ταυτοχρόνως τό ξῖφος ὑποδηλοῖ τήν ἐμπόλεμον κατάστασιν, πού ευρίσκεται ὁ ἐθνικισμός πρός τό κατοχικὀν ἑλλαδικόν κράτος πού ἐλέγχει τήν Πατρίδα μας. Δέν μποροῦμε διαρκῶς νά θρηνοῦμε γιά ὃσα ἐγιναν, γίνονται καί κάθε γονιός νά θρηνεῖ στά ὃσα, πλἐον, ἒρχονται γιά τό παιδί του.
Ὁ Σύλλογος εἶναι ὁ θεμέλιος λῖθος γιά τήν μεγάλην καί οὐσιαστικήν ΑΝΑΤΡΟΠΗΝ ἑνός ἐπιβεβλημένου καί παράνομου συστήματος ἐξουσίας ἀπ´ ἀρχῆς τῆς δημιουργίας του.
Μοιραστείτε αυτή τη σελίδα